Από τον πατέρα μου έχω κληρονομιά την προσεκτική διαχείριση των οικονομικών που ουσιαστικά σημαίνει την προσεκτική διαχείριση των δανείων. Πολύ προσεκτική αντιμετώπιση όχι του πως και τι ξοδεύουμε από αυτά που έχουμε αλλά του δανεισμού και της πίστωσης· όχι το βερεσέ από τον μπακάλη, που κι αυτό δεν πρέπει να ξεφύγει, αλλά για τα λεφτά που δεν έχουμε και βρίσκουμε με δάνεια και πιστωτικές κάρτες, και οι τόκοι να τρέχουν: οι τόκοι που τρέχουν πάντα σε φτάνουν.
Κι όλοι όσοι είχαμε μια παρόμοια προσεκτική αντιμετώπιση στα οικονομικά μας δεν δείξαμε ποτέ το ίδιο ενδιαφέρον για τα οικονομικά της πατρίδας. Ο πατέρας μου θυμάμαι τραγουδούσε : τι μυστήρια πούχει η Ελλάδα, δάνεια παίρνει, φράγκο δεν δίνει .... (ο στίχος δεν είναι ακριβώς έτσι αλλά εγώ έτσι το θυμάμαι, με αυτή την μικρή παραλλαγή). Δεν είχαμε, ο καθένας προσωπικά και όλοι μαζί ως κοινωνία το ίδιο ενδιαφέρον και τον ίδιο φόβο για τα δάνεια της πατρίδας. Μπορεί να ξεσηκώθηκε θύελλα για το συνωστισμό στο λιμάνι της Σμύρνης ή το ποιός σηκώνει την σημαία αλλά δεν υπήρξε το ίδιο ενδιαφέρον (όχι σώνει και καλά από τους ίδιους ανθρώπους) για το τι και πως δανείζεται η πατρίδα. Ακόμα κι όταν ο τότε υπουργός οικονομικών πήρε το μαξιλαράκι (που λήγει τον επόμενο μήνα) και πάλι δεν δείξαμε το ενδιαφέρον και τον φόβο που αντιστοιχούσε στην σοβαρότητα της κατάστασης.
Οι διαδοχικές χρεωκοπίες της Ελλάδας, 1827, 1843, 1893, 1932, δεν μας άφησαν κανένα φόβο, δεν έμαθαν απολύτως τίποτα, στον καθένα ξεχωριστά και σε όλους μαζί, σαν κοινωνία· ξέρουμε ελάχιστα πράγματα για τις χρεωκοπίες της ελλάδας, πόσο μάλλον ότι παρά τις χρεωκοπίες τα λεφτά τα έχουμε πληρώσει, κι αυτά τα μάθαμε τώρα τελευταία. Αντί λοιπόν να έχουμε μια ελάχιστη κοινή εικόνα για το οικονομικό παρελθόν της χώρας μας, έχουμε πρόχειρο το τραγουδάκι η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει για να διώχνει τους φόβους και τις δύσκολες σκέψεις.
Οι Έλληνες όμως πεθαίνουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου